Η κοιλιοπλαστική είναι μια επέμβαση κατά την οποία αφαιρείται η περίσσια δέρματος ή και η συσσώρευση λίπους από όλη την περιοχή της κοιλιάς, με τομές και με επαναπροσδιορισμό του ομφαλού στη νέα του φυσική θέση.
Η κοιλιοπλαστική εφαρμόζεται σε διάφορες περιπτώσεις ιατρικών και αισθητικών προβλημάτων, όπως στην εκτεταμένη χαλάρωση με ραγάδες, στην πτώση του δερμοϋποδόριου ιστού κρεμάμενη κοιλιά), στην υπέρμετρη συσσώρευση λίπους στην περιοχή γύρω από τον ομφαλό (ή και στην ευρύτερη περιοχή της κοιλιάς) και στη διάσταση των ορθών κοιλιακών (με ή χωρίς ομφαλοκήλη). Τα παραπάνω προβλήματα τα οποία κάποιες φορές συνυπάρχουν, μπορεί να παρουσιαστούν είτε μετά τον τοκετό, είτε μετά από μεγάλη απώλεια βάρους ή διότι έτσι είναι γενετικά προδιαγεγραμμένο ενώ δεν αποκαθίσταται ούτε με ειδική διατροφή, ούτε με άσκηση, ούτε και με ιατρικά μηχανήματα αδυνατίσματος.
Στην κλασσική κοιλιοπλαστική, μας δίδεται η δυνατότητα, δια μέσου μιας τομής χαμηλά στην κοιλιακή χώρα, να αποκαταστήσουμε τις παραπάνω δυσλειτουργίες αφαιρώντας το πλεονάζον δέρμα και λίπος και επιπλέον ισχυροποιείται το κοιλιακό τοίχωμα αποφεύγοντας έτσι τυχόν μελλοντικές κήλες. Η τελική ουλή εκτείνεται σε μήκος από 20 έως 30 εκατοστά, στη θέση άνωθεν του εφηβαίου από την αριστερή έως την δεξιά λαγόνιο άκανθα. Στη μερική κοιλιοπλαστική, η οποία είναι πιο ήπιας μορφής επέμβαση αφαιρούμε ορισμένη ποσότητα δέρματος και λίπους, κυρίως της υπομφάλιας χώρας αλλά και μέρος της υπερομφαλικής χαλάρωσης του κοιλιακού τοιχώματος. Η τελική ουλή εκτείνεται σε μήκος από 10 έως 15 εκατοστά, στη θέση όπου πραγματοποιείται η καισαρική. Η κοιλιοπλαστική μπορεί να εφαρμοστεί και σε συνδυασμό με τη λιποαναρρόφηση ή τη λιπογλυπτική, την πλαστική στους ορθούς κοιλιακούς και την ομφαλοκήλη (κρυφά κάτω από το δέρμα την ώρα της κοιλιοπλαστικής, χωρίς επιπλέον σημάδια και ουλές). Απαιτείται συνήθως γενική αναισθησία αλλά όταν η επέμβαση περιοριστεί σε διόρθωση της δερματικής ζώνης κάτω από τον ομφαλό και μόνον μπορεί να γίνει και με τοπική αναισθησία και/ή μέθη.
Η κοιλιοπλαστική η οποία είναι σημαντική και τεχνικά δύσκολη επέμβαση και πραγματοποιείται από ειδικό πλαστικό χειρουργό, προκειμένου να καταστρωθεί το σωστό χειρουργικό πλάνο και να διασφαλιστεί η σωστή αιμάτωση των ιστών. Οι επιπλοκές που μπορεί να προκύψουν είναι η επιμόλυνση του τραύματος, οι διαταραχές στην αιμάτωση του κρημνού, η διάσπαση του τραύματος, οι ασυμμετρίες στην κοιλιακή περιοχή, η συρρίκνωση της κυκλικής ουλής του ομφαλού κ.ά. Λόγω της κακής ποιότητας δέρματος που υπάρχει στην περιοχή, παρά τις νέες τεχνικές πλαστικής χειρουργικής, είναι εύκολο να δημιουργηθούν ουλές. Με τη βοήθεια των σύγχρονων φαρμάκων και των ιατρικών λέιζερ, οι ουλές στη συνέχεια μπορεί να μετριαστούν ή και να σβήσουν εντελώς. Πιο ήπιες και καινούργιες μέθοδοι οι οποίες βρίσκουν εφαρμογή σε αρκετές περιπτώσεις είναι η ενδοσκοπική μέθοδος που μειώνει ακόμα περισσότερο τις τομές αλλά και η κοιλιοπλαστική με περιομφαλική τομή.
Ο χρόνος ανάρρωσης εξαρτάται από την έκταση του προβλήματος που θα διορθωθεί σε συνδυασμό με την τεχνική που θα χρησιμοποιηθεί. Στις περιπτώσεις που θα τοποθετηθούν παροχετεύσεις, αφαιρούνται μετά από τρεις ημέρες συνήθως και ο ασθενής απελευθερώνεται πλήρως, ενώ μπορεί να επανέλθει στις καθημερινές του δραστηριότητες όπως πριν, ακόμα κι αν έχουν γίνει συνδυαστικά χειρουργεία στην περιοχή. Οι μώλωπες στην περίπτωση της συνδυαστικής λιποαναρρόφησης και της λιπογλυπτικής μπορεί να διατηρηθούν για μερικές εβδομάδες μέχρις ότου τελικά υποχωρήσουν. Η τομή, που είναι καλά κρυμμένη μέσα στην “περιοχή του μπικίνι”, με την πάροδο του χρόνου και τις εφαρμογές θεραπευτικού laser και φαρμακευτικών σκευασμάτων, τείνει να σβήσει μετά από έξι μήνες έως ένα χρόνο, ανάλογα με το δέρμα του ασθενούς. Στις πιο σοβαρές περιπτώσεις, η ανάρρωση απαιτεί σαφώς περισσότερο χρόνο ενώ οι ουλές μπορεί να διατηρηθούν εμφανείς για πάντα ή μπορεί να αφαιρεθούν με νέα μικροεπέμβαση η οποία πραγματοποιείται τουλάχιστο ένα έτος μετά από την επέμβαση της κοιλιοπλαστικής. Είναι πολύ σημαντικό να φορεθεί κορσές ή ζώνη για το χρονικό διάστημα που απαιτείται ανά περίπτωση. Στην περιοχή της επέμβασης, δημιουργείται μια υπαισθησία για κάποιο μικρό διάστημα, η οποία σταδιακά αποκαθίσταται.